Φεύγανε τα πλοία απ το μόλο και αρμένιζε η σημαια στο κατάρτικατω απ του πανιου το θολο, ο καπετάνιος έμοιαζε με ανταρτι
Τα κανονια μαυροκαπνισμενα κατω απο τους ίσκιους των ανδρών
Και τα ψαρια γυρω πεθαμενα,απο την αμαρτια των φαιδρων.
Φούσκωσε ο σιροκο τα πανια μες τη νυχτα του εωσφορου
σε ειδα να σφίγγεις τα σχοινια πλαι στο νησι του ποντοπορου.
Και οσο η καταρα της γυρνά μεσα στο σαπιο μυαλό σου
φοβασαι πως ειλικρινά χανεται το ειδολο σου.
Τον σταυρο της που κρυφοφυλαγες τα ματια σου εχει βουρκώσει
μεθυσμένος θα γελαγες ,μα το ρακι το εχουν νερώσει!!!!
Τις θαλασσινές αψίδες στο ταξιδι του βυθου,
σε ρωτισα αν ποτε το ειδες, το μπουμπουκι του ανθού...
98.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου